σκωληκοτροφία
Смотреть что такое "σκωληκοτροφία" в других словарях:
σκωληκοτροφία — η, Ν η καλλιέργεια τού μεταξοσκώληκα, σηροτροφία, βομβυκοτροφία. [ΕΤΥΜΟΛ. < σκώληκας + τροφία (< τρόφος < τρέφω). Η λ. μαρτυρείται από το 1831 στον Αν. Πολυζωίδη] … Dictionary of Greek